|
Η Αγία Παρακευή |
Αν πάρουμε το δρόμο που στρίβει δεξιά από την κεντρική πλατεία των Παμφίλων, στο πρώην Ζαχαροπλαστείο του Τάκη Αβαγιανου, νυν παντοπωλείο Μυρσίνης Κατσαρου, θα συναντήσουμε λίγα μέτρα αργότερα στα αριστερά μας το γραφικό παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής.
Ο μοναδικός και ανεπανάληπτος λαογράφος του χωριού μας Στρατής Λύτρας έχει καταγράψει στο βιβλίο του « ΤO PALLMES, Ελπίδα η μοναχή», εξαιρετικά σημαντικές πληροφορίες για το παρεκκλήσι, που γνωρίζουν μόνο οι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού. Προσπαθήσαμε να καταγράψουμε αυτούσιο το κείμενο, διατηρώντας την ορθογραφία και τη σύνταξη του συγγραφέα, ώστε να περισώσουμε και να μεταλαμπαδεύσουμε στις νέες γενιές λαογραφικά στοιχεία του χωριού που κινδυνεύουν να χαθούν. Θα παρατηρήσουμε ότι η ιστορια καταγράφεται δύο φορές, πιθανότατα από δύο διαφορετικές πηγές.
Ο Στρατής Λύτρας αναφέρει:
«Εκεί που είναι χτισμένη τώρα η Αγία Παρασκευή, το εκκλησάκι του χωριού μας, εκεί όπως μαρτυρούν υπήρχε ένας μεγάλος πύργος αψηλός με σαχνισίνια, με δυο πατώματα μεγάλα με πρόσωπο προς τον δρόμο και τον απέναντι Πύργο της Κρασάδαινας. Από κάτω στην είσοδο ήταν η μαγάλη «Κατώγα» αψηλή κατώγα που δεν είχε πηγάδι στο μέσον.
Εκεί μέσα σ’ αυτό τον Πύργο παντρευτήκανε οι γονείς της Βασιλικής. Ο πυργοδεσπότης ήταν χασάπης και ζωέμπορος μαζί. Κάθε βδομάδα έφερνε για λογαριασμό του ένα δυο καίκια με βόδια και μοσχάρια. Με το γάμο του, που έγινε και ζωέμπορος, αμέσως προέκυψε η ανάγκη να υπάρξει σταύλος και το σπουδαιότερο να υπάρχει και νερό να ποτίζουν και τα ζωντανα και να πλένεται και ο σταύλος, με φρουκαλιά και μπόλικο νερό. Στην Κατώγα δεν υπήρχε ακόμα ως τόσο το πηγάδι που σώζεται μέχρι σήμερα και που πιστοποιεί το αγίασμα της Αγίας. Σε βάθος εκεί ακριβώς που είναι χτισμένο το σπίτι της Γιασεμής Μυρογιάννη, υπάρχει και άλλο πηγάδι που το σκεπάσανε και παίρνουν το νερό με σωλήνα. Μπορεί να πρόκειται και γι’αυτό το πηγάδι με το πολύ νερο, γιατί θρυλείται πως φάνταζε το πηγάδι αυτό – επίσης λέγεται πως εκεί ήταν δύο πύργοι και όχι ένας και τους χάλασε και τους δύο ο πυργοδεσπότης τους.
Το πηγάδι αυτό ανέλαβε να το ανοίξει ο κυρ Ηλίας – η Μαριόγκα – που ήταν μετέπειτα κλητήρας στη Δημογεροντία του χωριού και συνάμα κλητήρας και στην εκκλησία, με την υποχρέωση να γυρίζει μέσα στο χωριό, να ειδοποιεί τους νοικοκυραίους πως «η ώρα είναι για την εκκλησία».
Όταν ο εργολάβος του πηγαδιού έφτασε σε ορισμένο βάθος, ξεπήδησε μπόλικο νερό – «Δούναβος». Παράξενο νερό σε ποσότητα, που οι ενδιαφερόμενοι το τρομάξανε. Και κάτι άλλο πιο παράξενο. Ο εργολάβος που άνοιγε το πηγάδι, ο κύρ Ηλίας υπέφερε πολύ από τα μάτια του και από τη στιγμή που ξεπετάχτηκε το νερό κατάλαβε πως ελάφρυναν τα μάτια του, που του πονούσαν τυρρανικά, και έφυγε από μέσα τους ένα σύννεφο που τα κρατούσε θολωμένα. Κοκκινίζανε και τρέχανε δάκρυα ποταμός σε σημείο που να μην μπορεί ο δόλιος να εργαστεί. Πρέπει να σημειωθεί, όπως είναι γνωστό, ότι η Αγία Παρασκευή θεραπεύει τα πονούμενα μάτια. Γι’αυτό και υπάρχουν πολλά ξωκκλήσια στο ονομά της στο νησί.
Όταν η κατώγα του πύργου μετεβλήθη σε σταύλο μπορεί να φανταστεί κανείς τι βρωμιά επικρατούσε με τις κοπριές των ζώων. Εκεί μέσα πρέπει να έσφαζε και όλα τα ζώα που πουλιόταν το κρέας του στο χασάπικο.
Το χασάπικό του ήτανε τότε εκεί που είναι σήμερα το γραφείο του συναιτερισμού. Πιο πάνω και στο βάθος ήταν ο νερόμυλος που άλεθε τις ελιές με πηγάδι μέσα.
Κάθε βράδυ ο πυργοδεσπότης έβλεπε να του ψοφάνε δύο με τρία βόδια χωρίς να υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος. Πολλές φορές πηγαίνοντας η πυργοδέσποινα να ανοίξει την Κατώγα το πρωί έβλεπε ξύπνια με τα ίδια της τα μάτια τρεις κοπέλες να κάθονται στα χείλη του πηγαδιού, να φουσκώνει το πηγάδι, να ξεχειλίζει το νερό και να φτάνει ως τα γονατά της. Όταν ρωτούσε η πυργοδέσποινα ποιές είστε εσείς οι κοπέλες εκείνες απαντούσανε: Είμαστε η Αγία Παρασκευή και η Αγία Τριάδα. Και αμέσως εξαφανιζότανε.
Το γεγονός αυτό, την θεαματική αυτή οπτασία την έλεγε στον άντρα της, κάθε φορά που αξιωνόταν και τον συνιστούσε μάλιστα, να πάψει να χρησιμοποιεί για σταύλο την κατώγα. Του έλεγε η δόλια πως και τα βόδια που ψοφούν από αυτό είναι. Εκείνος όμως έτσι όπωε ήταν ισχυρογνώμων δεν ήθελε να το παραδεχθεί. Συνέβαινε όμως και κάτι χειρότερο. Όσα παιδιά έκανε ο πυργοδεσπότης του πεθαίνανε μόλις γεννιόταν, ακόμα και ύστερα από αυτό έκανε πως δεν καταλάβαινε. Δεν παραδεχότανε ούτε θεό, ούτε Άγιο, από την άλλη μεριά η κόρη του Βασιλική που η Αγία είχε πει όταν τη βαφτίζανε να την βγάλουν Παρασκευή, μαζί με όλους τους οικείους τους κωφεύανε την επιθυμία της Αγίας. Η Βασιλική έβλεπε τακτικά στον ύπνο της την Αγία Παρασκευή και της έλεγε: Παρασκευή, πρόσεξε, δεν πρέπει να παντρευτείς.
Ακόμα και το Τουρκί που είχανε για παραγυιό που κοιμόταν μέσα στο σταύλο, για να έχει το νού του στα ζωντανά τα βράδια, του έλεγε «Παναγιώτ’ αφέντη, εδώ Άγιους», δείχνοντας το πηγάδι.
Ένα πρωινό που μόλις είχε γυρίσει από το ταξίδι που έφερε μεγάλα ζώα, η Πυργοδέσποινα άκουσε άγριες φωνές, ταυρόχρονα άκουγε και χτυπήματα πάνω στον πύργο. Τρέχει αμέσω, ανεβαίνει τις σκάλες, τρέχεις στο υπνοδωμάτιο τους και βρίσκει τον πυργοδεσπότη βουβό να μην μπορεί να προφέρει λέξη, και να δίνει να καταλαβαίνουν με τα νοήματα, πως πρέπει να φύγουν αμέσως από τον Πύργο, γιατί οι ριτίνες πέφταν από το ταβάνι πάνω στο σώμα του αναμένες και τον καίγανε. Και ούρλιαζε, όπως κάνει ο άνθρωπος που καιγεται και λαμπαδιάζει: Βγάλτε με αμέσως, απάνω μου ρίχνουν ριτίνες αναμμένες, φωνάζει απεγνωσμένα. Και τον σηκώσανε αμέσως οι τέσσερις και τον κατεβάσανε βουβό, και τον άφησαν μέσα στο δρόμο. Αυτό ήταν και το πρώτο και τελευταίο κάμωμα και δεν ξαναπάτησε στον πύργο ποτέ πια.
Πήραν λοιπόν απόφαση άμεση το αντρόγυνο και άρχισαν να χαλούν τον πύργο και να μεταφέρουν τα υλικά λίγο χαμηλότερα όπου βρίσκονται τα δύο σπίτια που στέκονται μέχρι σήμερα.
Όταν χάλασαν τον Πύργο αυτόν και είχαν φτάσει κοντά στο πηγάδι, είδε η Βασιλική και περνούσε από μπροστά της ένα καζάνι γεμάτο λίρες ολόχρυσο και από τότε που το είδε επί επτά ημέρες έμεινε βουβή.
|
Το θαυματουργό πηγάδι με το Αγίασμα |
|
Η παλιά θυρίδα της Αγίας στον ανατολικό τοίχο του περίβολου |
Κ.7
Τους εκτιμούσε όλους η Αγία, και γονείς και συγγενείς, αλλά όλοι αυτοί «αγρόν ηγόρασαν» και σαν παράδειγμα τα παιδιά του πυργοδεσπότη αρρωστούσαν συχνά και πέθαιναν, πλην όμως οι γονείς δεν συμμορφώνονταν. Το λέγανε οι πρωτινές οι γυναίκες, πως όπου υπάρχει άγιος δεν πρέπει να υπάρχει ανδρόγυνο κοντά του.
Κ.8
Το ίδιο «το Τουρκί» που το είχε παραγυιό ο πυργοδεσπότης είδε στον ύπνο του την Αγία και του είπε: Να πείς σ’ αυτόν που έχει τα ζώα να μην κατεβάζει κρέατα μέσα στο αγιασμά μου γιατί θα τον τιμωρήσω και το είπε το τουρκί: Τι να σου πω εφέντημ, έρχεται μια γυναίκα κάθε βράδυ στον ύπνο μου, γυρίζει γύρω γύρω από το πηγάδι και μου λεγει να σου πω να μην κρεμάζεις κρέατα μέσα στο πηγάδι. Το τουρκί κοιμόταν στην κατωγα του πύργου, για να έχει το νου του τα ζωντανα. Τα κατεβαζε τα κρέατα στο πηγάδι για να μην βρωμίσουν αλλά το πρωί που τα ανέβαζε ήταν γεμάτα σκουλίκια. Τότε δεν υπήρχανε τα ψυγεία, όπως τώρα. Ο πυργοδεσπότης δεν πίστευε σε τίποτα, ότι και να του λέγανε η γυναίκα του και η κόρη του ήταν κεφάλι αγύριστο. Ένα βράδυ, εκεί που κοιμόταν ξύπνησε απότομα και έβαλε τις φωνές και ξυπνήσανε όλοι στο σπίτι, και βουβάθηκε και δεν μπορούσε να μιλήσει, έφαγε πολύ ξύλο, αλλά τι έπαθε δεν το ομολόγησε σε κανέναν. Ήτανε κίτρινος σαν το λεμόνι, σαν το θειάφι, και διέταξε τη γυναίκα του κείνο το βράδυ να μη φύγει κανείς, όλοι οι συγγενείς τον φύλαγαν. Χίλιες φορές την είπε την Βασιλική να μην παντρευτεί, και ότι θα έβλεπε πολλά από την Αγία, αλλά εκείνη έκανε το δικό της.
Τι είδε και τι έπαθε ο χασάπης σε κανένα δεν είπε τίποτα. Και την επαύριο το πρωί διέταξε μετακόμιση από τα πυργιέλια, χάλασε τον πύργο και κουβάλησε τις πέτρες και έκανε αυτά τα σπίτια, και δεν τόλμησε να το χτίσει πια το οικόπεδο, ούτε να το πουλήσει και το κάνανε δωρεά στην εκκλησούλα που έγινε τώρα. Ο Στρατής ο Κωντάρας όταν ρωτήθηκε από κάποιον τί έπαθε ο Πυργοδεσπότης του είπε πως τον έδειρε η «Αγία».
Δεν επέτρεπε έλεγε η Αγία να υπάρχει αντρόγυνο νέο στον περίβολό της μέσα, και πολλές φορές το είπε στον ύπνο της Πυργοδέσποινας πως ότι το απαγορεύει και πως πρέπει να φύγουν από τον πύργο αυτόν. Το κάμωμα που έπαθε ο πυργοδεσπότης θα το θυμάται για πάντα. Έλειπε ταξίδι κανά μήνα και όταν γύρισε ένιωσε το σώμα του να βγάζει φωτιές, σαν τα κρέατά του να βγαίνανε πέτσες πέτσες, φωνή, κακό, και κανείς δεν ήξερε περί τίνος πρόκειται. Εκείνος όμως ήξερε καλά ο σκασμένος. Και η καημένη η γυναίκα του έκανε το παν να μην φαίνεται όμορφη, αλλά μάλλον αποκρουστική, φρόντιζε να μην τον προκαλεί με κάθε τρόπο. Όταν επρόκειτο να πεθάνει ένα μικρό παιδί είδε στον ύπνο της την Αγία και της είπε: Στείλε το Τουρκί στο Μανταμάδο να φωνάξει τον άντρα σου γιατί θα πεθάνει το παιδάκι, και πράγματι πέθανε και τις πεθάνανε και άλλα δυο παιδιά.
Όταν γεννήθηκε το κοριτσάκι του πυργοδεσπότη τους είπε η Αγία καθ’ ύπνον, όταν το βαφτίσουνε να το βγάλουνε Παρασκευή και όχι Βασιλική.
Η μάνα του παιδιού όμως δεν άκουσε την Αγία, και την ώρα που βαφτίζανε το παιδί μελάνιασε στα χέρια του παπά και αναγκάστηκαν να το φωνάξουν Παρασκευούλα, για να συνέφερει. Από μικρή, που παρουσιάζονταν στον ύπνο της, τη συμβούλευε να μην παντρευτεί. Της έδειξε μάλιστα και ένα καζάνι φλουριά μέσα στο νερό.
Κάποια παεπιδημούσα Κατίνα Κάρτσακλη πήρε ένα καδέλι να ανασύρει νερό από το πηγάδι της Αγίας, και μόλις το ανέσυρε βλέπει μέσα στο νερό στο καδέλι ένα εικόνισμα. Και έβαλε τις φωνές: Καλέ καλέ, ένα εικόνισμα...
Η Βασιλική παντρεύτηκε 20 χρονών. Φύγανε με τον άντρα της για το Αιβαλί, όσα παιδιά κάνανε στην Ανατολή όλα πέθαναν και μονάχα όταν γυρίσανε πρόσφυγες με την Καταστροφή του 1922 και ήρθανε πάλι στο χωριό, από τότε και δώθε κανένα παιδί της δεν πέθανε.
Ο Πυργοδεσπότης ο χασάπης ζήλευε πολύ τη γυναίκα του. Η πυργοδέσποινα είχε ένα θείο Κατσακούλη η «μιλόπτα», όπως τον παρομοιάζανε, όταν κάποτε πήγε σπίτι της να χαιρετήσει – ήταν θείος της – να διεκτραγωδήσει την κατάσταση που ήξερε, και έβλεπε, είπε το παρακάτω τραγούδι:
Ω Παναγιά μ’ τα πράγματα
πως παν και πως γυρίζουν
άλλοι τα κανουν τα παιδιά
κι άλλοι τα περιορίζουν
Τη ζήλευε τόσο που δεν την άφηνε τη δόλια να πάει ούτε εκκλησία. Τον ρωτούσε να πάω στην εκκλησία και απαντούσε, ναι να πας. Ντυνόταν έβαζε τα καλά της και πήγαιε μπροστά του. Ε, είμαι καλή. Καλή και όμορφη είσαι, ε, είναι σαν να πήγες στην εκκλησία, αντε τώρα να ξεντυθείς. Και έμεινε η δόλια με την όρεξη της.
Άκουγε τον κόσμο, κόσμο άκουγε και κόσμο δεν έβλεπε. Η γιαγιά της Αθανασίας Βάη της έλεγε, παντοτε πώς εκεί κρύβεται θησαυρός ολόκληρο καζάνι. Λένε πώς κι άλλη γυναίκα είδε στο ονειρό και της έδειξε τρεις βόλους μεγάλους χρυσους.
Εκεί στον περίβολο της θυρίδας της Αγίας Παρασκευής πάθαν τα παιδιά της Μοριανής, και ο Παναγιώτης της Πρασινάδας.
ΘΑΥΜΑΤΑ:
Της κυρίας Μαρίας Κατσαβέλλη πονούσαν τα μάτια της. Έκρινε καλό να παρακαλέσει την Αγία να γίνουν καλά. Και μόλις έπλενε τα μάτια της με νερό από το Αγίασμα έγιναν καλα.
Είδανε ακόμη πως το πηγάδι μέσα στον πάτο ήταν γεμάτο χρυσά νομίσματα, αλλά τις είπανε πως για να γίνουν πραγματικά, έπρεπε να σφάξουν ανθρώπινο κουλμπάνι, αλλιώς δεν γινόταν τίποτα. Ξέρω και από άλλα περιστατικά, πως όταν το πνεύμα που βλέπεις στον ύπνο σου, είναι ειδωλολατρικό, δεν είναι χριστιανικό, τότε επιθυμεί να χυθεί ανθρώπινο αίμα, όταν όμως είναι χριστιανικό, τότε δεν θέλει κουλμπάνια, αλλά απλώς σε ειδοποιεί να πάρεις θησαυρό γιατί εσένα επέλεξε – ποιος ξέρει το γιατί – ως κατάλληλο. Ωσαύτως η κυρία Αγλαία Γραμματά μου ανέφερε πως μέσα στο πηγάδι είδανε τρεις κοπέλες και ότι παρουσιάστηκε η Αγία Τριάδα – έτσι πιστεύουν, και στη θυρίδα είναι λοιπόν η θαυματουργή Αγία Παρασκευή και η Αγία Τριάδα.
Εκεί που είναι σήμερα η θυρίδα, εκεί είναι η χάρη της, και είναι όπως μας λένε και η χάρη της Αγίας Τριάδας. Ακριβώς απέναντι η μια θυρίδα στην άλλη. Μικρά παιδιά μας έλεγε η καλή μας μητέρα να μην περνάμε από εκεί, και να μην παίζουμε μπροστά στη θυρίδα. Πολλά βρωμόπαιδα κατουρούσανε και φαντάσου πόσο αμαρτάνανε. Λένα μάλιστα ότι πως ο Παναγιώτης της Πρασινάδας έχασε το λογικό του από αυτή την αιτία, επίσης και πως της Μοριανής η κόρη πως έπαθε εκει. Κατά την αφήγηση της Αθανασίας Βαγή απέναντι ακριβώςαπό την θυρίδα της Αγίας Παρασκευής υπήρχε μια άλλη θυρίδα που ήταν για χάρη της Αγίας Τριάδας. Την θυρίδα αυτή όπως αφηγήθηκε η γιαγιά της Αθανασίας στη μητέρα της, η Μοριανή τη χάλασε και πήρε μέσα τον τοίχο, και γιαυτό το λόγο έπαθε και το παιδί της, η Μαρία.
Η κυρία Αθανασία μας διηγείται επίσης. Από επάνω απ’ τη θυρίδα της Αγίας Παρασκευής ήταν Πυργέλι που το είχε ο παπάς τότε κελί. Στα θεμέλια του τότε πύργου ακριβώς κάτω από τη θυρίδα ονειρεύτηκε η παπαδιά κρυμμένο χρυσό. Πήγε η παπαδιά, έσκαψε τον βρήκε και έβαλε τα χέρια της και πήρε μια χούφτα. Την παραφύλαγε όμως ο παπάς και την ώρα που της μίλησε, γίνηκαν κάρβουνο τα υπόλοιπα.
Θαύμα 3ο: Η Ιουλία Ε. Λύτρα προσεβλήθηκε σε μεγάλη ηλικία από Ιλαρά, διότι έβγαλε και μέσα στο μάτι. Ανησυχούσαμε όλοι - μάτι έιναι αυτό. Όταν το αντελήφθη η θεία της Μαρίκα (θεός συγχωρέστην) τρέχει αμέσως στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, παίρνει το μάτι που ευρίσκεται ως αφιέρωμα και το έδεσε πάνω στο μάτι της με ένα άσπρο τουλουμπάνι και έμεινε μια βραδιά και όταν το πρωί σηκώθηκε, το μάτι δεν παρουσίαζε τίποτα.
Μια σημείωση: Η Π. Βασιλική ποτέ δεν έμπαινε μόνη της στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Φοβόταν – Δεν έλεγε όμως το γιατί σε κανέναν – και όπως το θυμόμαστε και από πρίν και τώρα τελευταία είχε πάθει έτσι κάτι σαν αγιοφοβία – σαν άγγελο – σκιάξιμο: θα λεγαμε.
Το 1964 η Ευσεβής Χριστιανή Βασιλική Τριανταφύλλου ενδιαφέρθηκε να περάσουν ηλεκτρικά φώτα στο εκκλησάκι της Αγίας. Με έρανο μάζεψε ένα ποσό, και αφού έβαλε και δικά της , έστειλε το χρηματικό ποσό στη μητέρα της από τη Γερμανία για να το παραδώσει στον παπά. Όντως η μητέρα της Βασιλικής παρέδωσε το χρηματικό ποσό στον παπά της Αγίας Βαρβάρας. – Ο παπάς είπε στη μητέρα της Βασιλικής πως δεν πρέπει τα χρήματα να ξοδευτούν για το φωτισμό της εκκλησίας γιατί η εκκλησία δεν έχει εισπράξεις και δεν μπορεί κάθε μήνα να πληρώνει το φωτισμό στη ΔΕΗ, αλλά πρέπει να ξοδευτούν κάπου αλλού.
Τη λεπτομέρεια αυτή δεν την ήξερε η ενδιαφερόμενη γιατί δεν της το έγραψε η μάνα της από τη Μυτιλήνη. Ένα βράδυ λοιπόν βλέπει στον ύπνο της μια γυναίκα μαυροντυμένη σοβαρή κι έρχεται και της λέγει: Με λένε πως είμαι φτωχειά, αλλά νερό έχω και δίνω, και χάθηκε από εμπρός της. Επαναλαμβάνω πως η Βασιλική που είδε το όνειρο δεν ήξερε ακόμη πως οι εισφορές αυτές διατέθηκαν για άλλη δουλεια.
Μετά από λίγο καιρό παίρνει η Βασιλική ένα γράμμα στη Γερμανία, που της έγραφε πως η εκκλησία δε συνάζει τα χρήματα για να πληρώσει το φωτισμό, αν θέλεις να υποστείς εσύ τα έξοδα να τα αναλάβεις. Τότε κατάλαβε η Βασιλική πώς έχει όλο το θέμα.
Αφήγηση ευσεβούς Χριστιανού Π. Λ.
Είδε στον ύπνο του, σαν να βρισκότανε στη μέση ενός λόφου σε έκταση σαν το λόφο του χωριού μας «Ατίγανο». Δεν υπήρχαν καθόλου δέντρα, ούτε σπίτια γύρω γύρω, και ξαφνικά εκείνη την ώρα γίνηκε σεισμός, μεγάλος σεισμός, και με το πρώτο κούνημα του εδάφους άρχισαν να αποσπώνται από την κορυφή του λόφου πολλές πέτρες, βράχοι μεγάλοι. Έβλεπε λέγει τις μεγάλες πέτρες που ξεκολούσαν από την κορυφή του λόφου, να παιρνούν τον κατήφορο, μιά πίσω από την άλλη με τη σειρά και να περνάνε κανά δυο μέτρα από πλάι του περιμένοντας έτσι να περάσουν κι από πάνω του και να τον παρασύρουν στον γκρεμό.
Μέσα σε εκείνη την απόγνωση, μέσα σε εκείνη την αγωνία, μέσα σε εκείνο το χαμό, παρουσιάστηκε κοντά του μια γυναίκα νέα στην ηλικία που ήταν ντυμένη με παρδαλά ρούχα, έμοιαζε σαν γυφτοπούλα, με κορμοστασιά σπαθάτη, ξερακιανή. Την ερωτά λοιπόν: Τι γυρεύεις καλέ εδώ μέσα στο κακό τούτο; Και εκείνη απάντησε: Να ήρθα για σένα, ήρθα εδώνα σε σώσω. Και ποια είσαι εσύ καλή γυναίκα; Είμαι η Αγία Παρασκευή, του απαντά. Ησύχασε η συνειδησή του βλέποντας πως η θεία δύναμη την έστειλε την Αγία για να τον συνδράμει, για να τον προστατεύσει από την οργή του εγκέλαδου.
Και αμέσως πιάνει με το αριστερό της θείο χέρι το δεξί δικό μου, συνεχίζει, και με μια μικρή ανεπαίσθητη προσπάθεια που κάναμε σαν αντίσταση στη γη που πατούσαμε, βρεθήκαμε αιωρούμενοι και οι δυό μας στο κενό, κρατούμενοι χέρι χέρι. Έτσι συντροφικά, όλο και ψηλώναμε, όλο και απομακρυνόμασταν από το λόφο, στο διάστημα, και αφού διαγράψαμε ένα μεγάλο κύκλο πάνω από της ανατολή το λυκαυγές αρχίσαμε να κατεβαίνουμε σε ίσιο κάμπο σαν το ίσιωμα του Αη Γιάννη, κοντά στην ακροθαλασσιά. Μόλις πατήσανε τα πόδια μας στο έδαφος την έχασα την Αγία από κοντά μου.
Λυπούμαι που υπάρχουν γυναίκες που γνωρίζουν πολλά πράγματα γύρω από την Αγία Παρασκευή, έχουν ακούσει και πολλά από τα κυρίως δρώντα πρόσωπα, και δεν θέλουν να μιλήσουν- λέγω σ’αυτές πως δεν υπάρχει κανένα συμφέρον στο μέσο, δεν πρόκειται να καρπωθεί κανείς χρήματα, απλώς ότι πρέπει μια και έχουμε μέσα στο χωριό μας τέτοια θαυματουργά εικονίσματα, πρέπει να τα προσέξουμε, γιατί αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε, και ότι γίνεται γίνεται «προς δόξαν Θεού». Προχθές επληροφορήθη πως αιτία να κτισθεί η μικρή αυτή εκκλησούλα που είναι σήμερα ανακαινισμένη, αιτία γίνηκε η μακαριστή «Ρηνιώ» Μοσχονησίου ή Γιαπέδαινα – έβαλε δικά της λεφτά, αλλά ζήτησε και την άδεια από τον Επίτροπο τότε Πανάρετο Ευστρατίου (Θεός συγχωρέστον) και έκανε έρανο και κατ’ αυτόν τον τρόπο ανηγέρθει το ωραίο αυτό εκκλησάκι. Τελευταία και μέσα στο Μάιο μήνα του 1979 με πρωτοβουλία του ευσεβούς χριστιανού Χαρίλαου Νέμτσα του Αποστόλου και της Μαριγούς δι’ εξόδων του ανακαινίσθη το γραφικό αυτό εκκλησάκι, και έγινε σαν λευκή περιστέρα. Μέσα ο Θόλος του εζωγραφίσθη, τ χρήματα ήταν δικά του και μερικών άλλων ευσεβών χριστιανών.»
Βιβλιογραφία:
Λύτρας, Σ. (1980) «TO PALLMES - Ελπίδα η Μοναχή». Αθήνα
***Ο Στρατής Λύτρας στα βιβλία του (Λαογραφικά, ΤΟ PALLMES – Ελπίδα η μοναχή, Ο Ιγνάτης ο Χάνος κ.α.) μας παρουσιάζει πάρα πολλές πληροφορίες για τη ζωή των Παμφίλων στις αρχές του 20ουαιώνα. Μέσας από αυτή την προσπάθεια προσπαθούμε να διαφυλάξουμε και να παρουσιάσουμε τα λαογραφικά αυτά στοιχεία στους σύγχρονους Παφλιώτες, ώστε να μην ξεχαστούν στο πέρασμα των χρόνων.